εἰκοσαετῆ

εἰκοσαετῆ
εἰκοσαετής
of twenty years
neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
εἰκοσαετής
of twenty years
masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic)
εἰκοσαετής
of twenty years
masc/fem acc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Γκράμσι, Avτόνιo — (Antonio Gramsci, Άλες, Κάλιαρι 1891 – Ρώμη 1937).Ιταλός πολιτικός και συγγραφέας. Σπούδασε ιστορία, φιλοσοφία και φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Τορίνο, ίδρυσε το 1919 και διηύθυνε το περιοδικό (και από το 1921 καθημερινή εφημερίδα) Η Νέα Τάξη… …   Dictionary of Greek

  • Γκρατσιάνι, Ροντόλφο — (Rodolfo Graziani, 1882 – 1955).Ιταλός στρατιωτικός. Διετέλεσε αναπληρωτής του κυβερνήτη της Κυρηναϊκής (1930 34) και κυβερνήτης της Ιταλικής Σομαλίας (1935). Ο βαθμός του στρατάρχη τού απονεμήθηκε στον Ιταλοαιθιοπικό πόλεμο (1935 36). Διαδέχτηκε …   Dictionary of Greek

  • Ιουστίνος — I (Φλαβία Νεάπολη, Παλαιστίνη 110 – Ρώμη 167 μ.Χ.). Φιλόσοφος και χριστιανός μάρτυρας. Γεννήθηκε από εθνικούς γονείς. Αρχικά μαθήτευσε κοντά σε κάποιον στωικό φιλόσοφο. Στη συνέχεια ακολούθησε την πυθαγόρεια και την πλατωνική διδασκαλία, για να… …   Dictionary of Greek

  • Μπραμς, Γιοχάνες — (Jochannes Brahms, Αμβούργο 1833 – Βιέννη 1897). Γερμανός συνθέτης. Αποκάλυψε νωρίς μια εξαιρετική μουσική φύση και κάτω από τις οδηγίες του πατέρα του άρχισε να μελετά βιολί, πιάνο και σύνθεση. Από δέκα ετών άρχισε τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”